- ἔλισα
- λίσσομαιbegaor ind act 1st sgλίζωgrazeaor ind act 1st sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ЕЛИСЕЙ — Элиша (греч.Έλισατος, Έλισά, евр. elîðâ eliâða , «бог помог»; ханаанские имена со сходным значением и структурой встречаются уже в клинописных памятниках 2 тыс. до и. э.), в ветхозаветных преданиях (в 3 и 4 книгах Царств) пророк, ученик Илии… … Энциклопедия мифологии
Elischa (Sohn des Jawan) — Elischa (Ελισα) ist nach dem 1. Buch der Chronik 1,7 ein Sohn Jawans: Und die Söhne Jawans: Elischa und Tarsis, die Kittäer und die Rodaniter. Ezechiel 28, 7. berichtet in der Weissagung gegen Tyros: violetter und roter Purpur von den Inseln… … Deutsch Wikipedia
τηλέφωνο — Το σύνολο των συσκευών και διατάξεων που απαιτούνται για την πραγματοποίηση μιας τηλεπικοινωνίας, κατά την οποία μεταβιβάζεται η ομιλία. Ένα τηλεφωνικό σύστημα αποτελείται βασικά από ένα μικρόφωνο, από ένα μέσο σύνδεσης, από ένα ακουστικό και από … Dictionary of Greek
Καρχηδόνα — Αρχαία πόλη της Αφρικής. Ιδρύθηκε από Φοίνικες αποίκους της Τύρου και της Κύπρου πιθανώς το 814 π.Χ., 18 χλμ. ΒΑ της σημερινής Τύνιδας. Η παράδοση αναφέρει ότι επικεφαλής τους ήταν η βασίλισσα της Τύρου Έλισα (η Διδώ του Βιργίλιου), που έφυγε από … Dictionary of Greek
Φωκάς, Ιωάννης — I (Απόστολος Βαλεριανός, Eλιός, Κεφαλονιά α’ μισό 16ου αι. – 1602;). Έλληνας θαλασσοπόρος και εξερευνητής. Εργάστηκε επί 40 χρόνια ως πλοηγός (piloto) στην υπηρεσία των Ισπανών στις δυτικές Ινδίες, όπου απέκτησε υπολογίσιμη περιουσία, την οποία… … Dictionary of Greek
ЕЛИСА — [евр. , греч. ᾿Ελισὰ], старший сын Иавана (Быт 10. 4; 1 Пар 1. 7), из поколения Иафета. По его имени, упоминаемом в Свящ. Писании в библейской «таблице народов» (Быт 10), впосл. были названы его потомки и географическая область их расселения.… … Православная энциклопедия